Η Ελευθερία Μεταξά συνομιλεί με την Βιργινία Αυγερινού
Η συνεργασία της
Ελευθερίας Μεταξά με τις Eκδόσεις Μίνωας, ξεκίνησε το 2019 με το έκτο της
βιβλίο και με τίτλο ”Τα τρία Πρόσωπα της Εκάτης”. Ακολούθησαν
το 2020 το ”Αθώοι
ένοχοι” και η επανακυκλοφορία του βιβλίου ”Μαύρα
σαν τον έβενο μαλλιά”. Την συγγραφέα φιλοξενήσαμε το 2021,
όταν κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μίνωας, το βιβλίο της ”Το
χέρι του Θεού”.
Στις 24/1/22 και πάλι από τις εκδόσεις
Μίνωας κυκλοφόρησε το νέο της βιβλίο με τίτλο «Ο
ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ» και αυτό ήταν η αφορμή για την νέα
συνέντευξη που πρόθυμα η συγγραφέας μας παραχώρησε ώστε να γνωρίσουμε το νέο
της έργο. Μιλήσαμε
για το έργο της, για τους ήρωες του, για την μυθοπλασία, για το αστυνομικό
μυθιστόρημα καθώς και για τα μελλοντικά της σχέδια στον κόσμο του
βιβλίου. Η Ελευθερία Μεταξά είναι πτυχιούχος της
Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, της Δραματικής Σχολής Διομήδη Φωτιάδη και του
τμήματος Δημοσιογραφίας του Εργαστηρίου Ελευθέρων Σπουδών ΑΝΤ1. Στα εκδοτικά
δρώμενα ως συγγραφέας εμφανίστηκε το 2012 όταν εκδόθηκε το πρώτο της έργο με
τίτλο Όταν μιλούν τα φεγγάρια. Και αν και το ντεμπούτο της έγινε με ένα
κοινωνικό μυθιστόρημα, από το επόμενο και μετά ασχολήθηκε κυρίως με την
Αστυνομική λογοτεχνία. Πλέον, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, έχει το δικό της
αναγνωστικό κοινό που την ακολουθεί πιστά στα συγγραφικά της βήματα.
Βιργινία
Αυγερινού 15.03.2022
H ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στο νέο σας βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις
εκδόσεις Μίνωας και τιτλοφορείται Ο θησαυρός της Σμύρνης, έχετε «παντρέψει», ας
μου επιτραπεί ο όρος, το αστυνομικό μυθιστόρημα με το ιστορικό, καθώς η αφήγηση
μας οδηγεί στη Σμύρνη του 1922. Πόσο δύσκολο ήταν αυτό το πάντρεμα, δεδομένου
ότι η Σμύρνη είναι πάντα ένα θέμα αγαπητό στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό και
ταυτόχρονα τόσο ευαίσθητο;
Το πάντρεμα του αστυνομικού με το ιστορικό
μυθιστόρημα δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση, για πολλούς λόγους. Καταρχάς, όντως η
Σμύρνη του 1922 αποτελεί ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα, αφενός γιατί είναι ένα
κομμάτι της ιστορίας μας που πονάει πολύ, αφετέρου γιατί όλοι είτε έχουμε
προγόνους που ξεριζώθηκαν βίαια από εκείνα τα χώματα είτε έχουμε ακούσει και
διαβάσει αντίστοιχες ιστορίες. Έπειτα, από τη στιγμή που ένα κομμάτι του
βιβλίου αναφέρεται στη συγκεκριμένη εποχή, έπρεπε να διασταυρωθούν όλα τα
ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται και να εξακριβωθεί η αλήθεια τους, κάτι που
απαιτούσε πολύ προσεκτική έρευνα. Επίσης, η απόσταση των εκατό χρόνων που
χωρίζει το παρελθόν από το παρόν δημιουργούσε ένα επιπλέον πρόβλημα, καθώς ήταν
ανάγκη να βρεθεί ο συνδετικός κρίκος και η αιτία που τα γεγονότα του 1922
λειτούργησαν ως αφετηρία για την υπόθεση που ανέλαβαν να διαλευκάνουν ο
Βαρσάμης και η Γληνού (το αστυνομικό δίδυμο που πρωταγωνιστεί στα τελευταία
τρία βιβλία μου). Όσο δύσκολο κι αν ήταν, όμως, το εγχείρημα, αποτέλεσε για
μένα μια πρόκληση που δεν είχα ξανασυναντήσει κι έτσι αποφάσισα να το τολμήσω.
Νομίζω ότι το αποτέλεσμα δικαίωσε τις προσδοκίες μου.
Γνώριμοι οι ήρωες του βιβλίου σας. Είναι
εύκολο να διαχειρίζεστε την εξέλιξη των ηρώων σας από βιβλίο σε βιβλίο;
Ωριμάζουν, μεγαλώνουν, αλλάζουν ή παραμένουν πάντα οι ίδιοι και πώς αυτό
επηρεάζει την αφήγηση; Ποιους συγγραφικούς κινδύνους αντιμετωπίζετε μαζί τους;
Ο Μάνος
Βαρσάμης και η Έλσα Γληνού είναι δύο ήρωες που «γεννήθηκαν» σε διαφορετικά
βιβλία, στο μυθιστόρημα Τα τρία πρόσωπα της Εκάτης ο πρώτος και στο Μαύρα
σαν τον έβενο μαλλιά η δεύτερη. Επειδή και τους δύο τους
αγάπησα πολύ, τον καθένα για διαφορετικούς λόγους, αποφάσισα να τους «παντρέψω»
και να τους κάνω συνεργάτες. Η συνεργασία τους ξεκίνησε στο βιβλίο Αθώοι
ένοχοι, όταν η Έλσα, έχοντας πλέον ξεπεράσει πολλούς από τους
προσωπικούς της δαίμονες, μεγαλώνει τη θετή της κόρη Λένα και συνεχίζει να
εργάζεται ως ψυχολόγος και σύμβουλος της αστυνομίας, και ο Μάνος είναι
επικεφαλής του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής. Στο Χέρι του Θεού, ο
Βαρσάμης συνειδητοποιεί ότι έχει πλέον μεγαλώσει πολύ και πιστεύει ότι φτάνει ο
καιρός να συνταξιοδοτηθεί, ενώ η Έλσα αρχίζει να σκέφτεται ότι θα αποχωριστεί
σε λίγο τη Λένα που θα φύγει για σπουδές. Στο μυθιστόρημα Ο
θησαυρός της Σμύρνης ο Μάνος είναι ήδη συνταξιούχος και η
Γληνού ζει πλέον μόνη της, αφού η κόρης της σπουδάζει σε άλλη πόλη. Οι ήρωές
μου, λοιπόν, μεγαλώνουν, ωριμάζουν κι αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που βιώνουμε
όλοι καθώς ο χρόνος περνά. Η αφήγηση, επομένως, προσαρμόζεται στην ηλικία τους
και σε όποια θετικά ή αρνητικά στοιχεία τη συνοδεύουν. Δεν νομίζω ότι ο χρόνος
θα μπορούσε να μην τους αγγίζει, γιατί τότε θα έχαναν την αλήθεια που
κουβαλάνε, την ταυτότητα του απλού ανθρώπου που, πέρα από την επαγγελματική του
ενασχόληση, έρχεται αντιμέτωπος με την καθημερινότητα και τα ζητήματα που αυτή
γεννά. Το πρόβλημα, σε ό,τι αφορά εμένα ως συγγραφέα, είναι πως πρέπει να
προσαρμόσω τη δράση τους στη δική τους πραγματικότητα και να μην παρασυρθώ από
την αγάπη που τρέφω γι’ αυτούς. Για παράδειγμα, στο βιβλίο που γράφω τώρα οι
δυο τους έχουν ανοίξει ένα γραφείο ιδιωτικών ερευνών και οι υποθέσεις που τους
ανατίθενται δεν έχουν πάντα σχέση με εκείνες που αναλάμβαναν όταν ο Βαρσάμης
βρισκόταν ακόμα στην ενεργό δράση. Αυτό επηρεάζει και τη ζωή τους –αφού οι
ρυθμοί τους άλλαξαν– και την προσωπική τους σχέση. Και πάλι, όμως, θα βρουν τον
τρόπο να αντεπεξέλθουν στα νέα δεδομένα και να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις
περιπέτειές τους.
Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένα είδος
που ανθεί στο εξωτερικό. Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα μπορεί να δημιουργηθεί μια
«σχολή» αστυνομικής λογοτεχνίας, ανάλογη με των βόρειων χωρών, και να
ταξιδέψει την ελληνική αστυνομική λογοτεχνία σε όλο τον κόσμο;
Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια οι
αναγνώστες άρχισαν να ανακαλύπτουν ότι και η Ελλάδα διαθέτει πολύ καλούς
συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας που μπορούν να συναγωνιστούν επάξια τους
Σκανδιναβούς σε ευρηματικότητα και πλοκή. Άλλωστε, οι Έλληνες συγγραφείς είναι
πιο κοντά στη δική μας πραγματικότητα, στον δικό μας τρόπο σκέψης, στη δική μας
νοοτροπία. Πιστεύω ότι στη χώρα μας υπάρχει ήδη σχολή αστυνομικής λογοτεχνίας,
με άξιους δασκάλους τον Γιάννη Μαρή, τον Τζίμμυ Κορίνη και τον Πέτρο Μάρκαρη
(για να αναφέρω κάποιους παλιότερους) και μαθητές όλους εμάς που προσπαθούμε να
βαδίσουμε στα χνάρια τους. Μακάρι να ταξιδέψει η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία
σε όλο τον κόσμο, αν και κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο λόγω της μικρής δικής μας
αγοράς και του μάρκετινγκ.
Ποιες δυσκολίες πιστεύετε ότι έχει να
αντιμετωπίσει το ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα;
Πιστεύω ότι δύο είναι οι δυσκολίες που
έχει να αντιμετωπίσει το αστυνομικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα: την προκατάληψη
ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν αποτελεί λογοτεχνία και την κυριαρχία των
Σκανδιναβών στο συγκεκριμένο είδος. Νομίζω, όμως, ότι τα τελευταία χρόνια και
τα δύο αυτά προσκόμματα έχουν αρχίσει να υποχωρούν και το ελληνικό αστυνομικό
μυθιστόρημα κερδίζει όλο και περισσότερο το αναγνωστικό κοινό.
Εσείς πώς αποφασίσατε
να ασχοληθείτε με τα μυστήρια, τους γρίφους, την αστυνομική περιπέτεια και το
ψυχολογικό θρίλερ;
Ίσως γι’ αυτό ευθύνεται η αγάπη που είχα
από μικρή για τους γρίφους και τα αινίγματα, για οτιδήποτε μπορούσε να
προκαλέσει το μυαλό μου. Από την άλλη μεριά, ανέκαθεν με γοήτευε το μυστήριο,
τα ανεξιχνίαστα εγκλήματα του παρελθόντος. Ήμουν δέκα ετών όταν έπεσε τυχαία
στα χέρια μου ένα βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι. Το διάβασα κι από τότε ερωτεύτηκα
το συγκεκριμένο είδος.
Έπαιξαν ρόλο στην απόφασή σας αυτή οι
σπουδές σας;
Στην απόφασή μου να ασχοληθώ με την
αστυνομική λογοτεχνία δεν νομίζω ότι έπαιξαν κάποιο ρόλο, λειτουργούν όμως ως
αρωγοί στη συγγραφή. Οι σπουδές μου στην ψυχολογία με βοηθούν να συνθέτω το
ψυχολογικό προφίλ τόσο των υπόπτων όσο και του ενόχου, να κατανοώ τα βαθύτερα
κίνητρα των πράξεών τους. Παράλληλα, όμως, μεγάλη βοήθεια μου προσφέρουν και οι
σπουδές μου στην υποκριτική. Όταν εργαζόμουν ως ηθοποιός, προσπαθούσα να
καταλάβω τον χαρακτήρα που υποδυόμουν, να γίνω ως έναν βαθμό αυτός, να μπω –όπως
λέμε– στο πετσί του ρόλου. Το ίδιο κάνω και ως συγγραφέας. Μάλιστα, αναπαριστώ
σχεδόν πάντα τις σκηνές που γράφω (ειδικά τους διαλόγους, ερμηνεύοντας βεβαίως
όλους τους ρόλους) για να κατανοήσω κατά πόσο είναι αληθοφανείς, να βρω τι
λείπει για να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Συχνά, λειτουργώ
και ως θεατής που παρακολουθεί μια ταινία ή μια θεατρική παράσταση και
σκέφτομαι: «Αν το έβλεπα αυτό, θα μου άρεσε; Θα με έπειθε; Θα μπορούσε να με
παρασύρει στην αλήθεια του;».
Στο τελευταίο σας βιβλίο, το παρελθόν
μπλέκεται με το παρόν και καλά κρυμμένα μυστικά αποκαλύπτονται για να
ανατρέψουν τα δεδομένα και να φωτίσουν τα γεγονότα. Έχετε χρησιμοποιήσει
αληθινά γεγονότα ή όλο το βιβλίο είναι προϊόν μυθοπλασίας;
Όλα τα ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται
στο βιβλίο είναι πέρα για πέρα αληθινά. Για τη διασταύρωσή τους και για την
εξακρίβωση της αλήθειας τους προηγήθηκε μια πολύμηνη έρευνα. Πραγματικά είναι
και όλα τα πρόσωπα της πολιτικής σκηνής στα οποία γίνεται αναφορά μέσα στις
σελίδες του βιβλίου. Μυθοπλασία αποτελούν οι χαρακτήρες που συνδέουν τα
γεγονότα της Σμύρνης του 1922 με το παρόν και τα περιστατικά της δικής τους
ζωής.
Σε ποιο βαθμό η μυθοπλασία μπλέκεται με
την πραγματικότητα στα έργα σας;
Δεν αντλώ έμπνευση από γεγονότα της
επικαιρότητας. Όμως, οι ήρωες των βιβλίων μου είναι άνθρωποι καθημερινοί, που ο
καθένας έχει γνωρίσει και συναντήσει στη ζωή του. Επίσης, επειδή θεωρώ ότι το
αστυνομικό μυθιστόρημα είναι βαθιά κοινωνικό, στα βιβλία μου θίγονται θέματα
που απασχολούν την κοινωνία και δεν αφορούν μόνο την εγκληματικότητα αλλά και
τις οικογενειακές σχέσεις, το ζήτημα απονομής της δικαιοσύνης, την αυτοδικία,
την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον συνάνθρωπο. Υπό αυτή την έννοια
εμπλέκεται η μυθοπλασία με την πραγματικότητα στα μυθιστορήματά μου.
Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που
αντιμετωπίσατε γράφοντας το συγκεκριμένο βιβλίο;
Πέρα από τη διασταύρωση των ιστορικών
στοιχείων που υπάρχουν στο βιβλίο, νομίζω ότι η μεγαλύτερη δυσκολία που
αντιμετώπισα στον Θησαυρό της Σμύρνης ήταν η ισορροπία που θεώρησα
ότι έπρεπε να κρατήσω όταν περιέγραφα τη βιαιότητα και τις ακρότητες των
Τσετών. Τι εννοώ με αυτό; Ο στόχος μου δεν ήταν να υποκλέψω τη συγκίνηση και
τον αποτροπιασμό του αναγνώστη ούτε να προκαλέσω την οργή και το μίσος του
εναντίον των Τούρκων. Πεποίθησή μου ήταν ανέκαθεν ότι για τον πόλεμο δεν
ευθύνονται οι λαοί, οι απλοί άνθρωποι, σε όποια εθνικότητα ή θρησκεία κι αν
ανήκουν, αλλά τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα που οξύνουν σκόπιμα τις
αντιθέσεις και προκαλούν την αντιπαλότητα. Μεταξύ μας οι άνθρωποι δεν έχουμε
τίποτα να χωρίσουμε. Κοινά είναι τα προβλήματα, τα πάθη, οι φόβοι, οι αγωνίες,
οι χαρές και οι λύπες, η μοίρα όλων. Όπως λέει κι ένας γέροντας Τούρκος μέσα
στο βιβλίο, στις φλέβες όλων μας κυλάει το ίδιο αίμα κι όταν χύνεται έχει το
ίδιο χρώμα· κόκκινο. Άλλωστε, για την τραγική μοίρα των Ελλήνων της Σμύρνης δεν
έφταιγαν μόνο οι Τούρκοι. Ευθύνη είχαν, και μάλιστα ιδιαίτερα μεγάλη, τόσο οι
σύμμαχοί μας όσο και οι Έλληνες πολιτικοί ηγέτες της εποχής.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε για τα
μελλοντικά σας σχέδια;
Αυτή την περίοδο γράφω το νέο μου βιβλίο,
το οποίο έχει και πάλι ως πρωταγωνιστικό δίδυμο τους αγαπημένους μου Μάνο
Βαρσάμη και Έλσα Γληνού. Οι δύο συνεργάτες έρχονται αντιμέτωποι με έναν κατά
συρροή δολοφόνο και καλούνται να ρίξουν φως σε μια σειρά από περίπλοκα
εγκλήματα και να οδηγήσουν τον ένοχο στη δικαιοσύνη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου