Η Μαίρη Μαγουλά συνομιλεί με την Βιργινία Αυγερινού


 Η Μαίρη Μαγουλά γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το τµήµα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε στο Δημόσιο και τα τελευταία χρόνια ζει στο Πόρτο Ράφτη. Αγαπά το διάβασμα, τον κλασικό αθλητισμό, τη φωτογραφία και τα ταξίδια.
 Από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορούν τα έργα της: Κύματα του Βοσπόρου (2015), Το πιο μακρύ ταξίδι (2017) και το Ως το τέλος του κόσμου (2020). Φέτος τον Μάιο, κυκλοφόρησε το νέο της κοινωνικό-ιστορικό έργο εποχής, με τίτλο: Όταν πάγωσε ο Βόσπορος και είναι η αφορμή για την συνέντευξη που ακολουθεί και που πρόθυμα μας παραχώρησε η συγγραφέας.

Το τελευταίο σας βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο με τον τίτλο «Όταν πάγωσε ο Βόσπορος» είναι ένα ακόμα βιβλίο το οποίο υπογράφετε και σχετίζεται με την Κωνσταντινούπολη. Πόσο σημαντική είναι η καταγωγή σας από την πόλη αυτή στην επιλογή της θεματογραφίας σας;                         

Θεωρώ πως η καταγωγή μου έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιλογή της θεματογραφίας μου. Η Κωνσταντινούπολη αποτελεί για μένα προορισμό που γνωρίζω πλέον πως δύσκολα θα πάψει να με καλεί σε πραγματικά αλλά και σε συγγραφικά ταξίδια. Κατά έναν μαγικό τρόπο μου άνοιξε δρόμους και σίγουρα με βοήθησε, επιδρώντας θετικά μέσα μου, να ξεπεράσω τους σκοπέλους και να επιχειρήσω, μέσω της μυθοπλασίας, την αναπαράσταση του τόπου της.

Από το 1929 στο 1954, μια χρονιά πριν από τα γεγονότα του ’55 που συντάραξαν τον ρωμαίικο πολιτισμό της Κωνσταντινούπολης. Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για να αναπτύξετε την ιστορία σας;                                                                  

Τις δυο αυτές χρονιές η Μαύρη Θάλασσα πάγωσε και κομμάτια πάγου είχαν κατέβει κατακλύζοντας τα στενά του Βοσπόρου. Πρωτοσέλιδα εφημερίδων της εποχής, καθώς και διηγήσεις των γονιών μου που έζησαν, τη δεύτερη φορά, το σπάνιο αυτό  φυσικό φαινόμενο πυροδότησαν τη φαντασία μου και αποτέλεσαν το έναυσμα για τη νέα συγγραφική μου απόπειρα. Το να ενώσω λογοτεχνικά αυτές τις δύο χρονιές, φιλοτεχνώντας το πορτρέτο της Πόλης, φάνταζε άκρως ενδιαφέρουσα ιδέα. Είναι γεγονός πως πολλές φορές προβληματίστηκα για το αν θα έπρεπε να συμπεριλάβω χρονικά στο μυθιστόρημά μου και το 1955, χρονιά που οι βιαιοπραγίες στην Κωνσταντινούπολη προκάλεσαν στον ελληνισμό και στην ίδια την οικογένειά μου ανεπούλωτο ψυχικό τραύμα, σημαδεύοντας τις ζωές τους. Τελικά αποφάσισα να μην προχωρήσω. Πρώτα απ’ όλα γιατί επιθυμία μου ήταν το μυθιστόρημά μου να αρχίζει το 1929 με τη διαδρομή του Simplon Orient Express από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη και να τελειώνει το 1954 με την αντίστροφη πορεία του από την Κωνσταντινούπολη στο Παρίσι, κλείνοντας έτσι την τελευταία πνευματικά δημιουργική περίοδο της πολύπαθης Ρωμιοσύνης. Ίσως όμως σε αυτή μου την απόφαση να έπαιξε ρόλο και η ενδόμυχη επιθυμία μου κάποια στιγμή τα δραματικά γεγονότα του 1955, σε συνδυασμό με τις απελάσεις του 1964 και την εξαφάνιση της Ρωμιοσύνης απ’ την Πόλη, να αποτελέσουν άλλο ένα συγγραφικό μου εγχείρημα.

Δυο κοριτσάκια εγκαταλείπονται από τους γονείς τους την πιο παγωμένη νύχτα του 1929 και ο αγώνας για επιβίωση αρχίζει από τις πρώτες στιγμές της ζωής τους. Μπορεί τελικά ένας άνθρωπος να γίνει ο θεός της δικής του μοίρας και να την αλλάξει, αλλάζοντας και τη μοίρα των συνανθρώπων του;

Ως μοίρα θεωρούμε αυτό που έχει προκαθοριστεί για τη ζωή του καθενός από εμάς ξεχωριστά. Στηρίζεται στη φαντασίωση των ανθρώπων πως υπάρχει μια τάξη στο σύμπαν που ορίζει τις ζωές μας και δεν είναι δυνατόν να αλλάξει όσο κι αν αγωνιστούμε για αυτό. Και συνήθως όταν αναφερόμαστε σ’ αυτή, μας προκαλεί αρνητικούς συνειρμούς. Είναι εύκολο να αποδίδουμε στους άλλους και στη μοίρα τις αποτυχίες μας, πέραν όμως της μυθοπλασίας, στην πραγματική ζωή, αν δουλέψουμε και πάρουμε στα χέρια την ευθύνη του εαυτού μας ίσως κατορθώσουμε να εκπληρώσουμε το δικό μας πεπρωμένο. Πώς θα γίνει αυτό; Ανακαλύπτουμε τα πραγματικά «θέλω» μας και φροντίζουμε να τα πραγματοποιήσουμε, επιλέγουμε θετικούς ανθρώπους στη ζωή μας απομακρύνοντας τους τοξικούς, δημιουργούμε στόχους, ελέγχουμε τις αρνητικές σκέψεις, παραμένουμε ο εαυτός μας.

Στο μυθιστόρημα έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε τα συναισθήματα και τις αντιλήψεις και νοοτροπίες των ανθρώπων της εποχής στην Κωνσταντινούπολη. Να συναντήσουμε τα χρώματα, τις μυρωδιές, τις γεύσεις, αλλά και τις νοοτροπίες των κατοίκων της. Είναι εύκολο για έναν συγγραφέα να ανασυστήσει μια ολόκληρη εποχή στο σύνολό της;               

Πρώτο μου μέλημα, όταν ξεκινώ να γράφω ένα μυθιστόρημα, είναι η επιλογή του τόπου και του χρόνου μέσα στο πλαίσιο των οποίων θέλω να τοποθετήσω την πλοκή της μυθιστοριογραφίας μου. Θα ακολουθήσει στη συνέχεια η διαδικασία της επιτόπιας έρευνας, όποτε αυτό είναι εφικτό, σε συνδυασμό με τη βιβλιογραφική μελέτη. Όλο αυτό αποτελεί για μένα, ειδικά όταν πρόκειται για την Κωνσταντινούπολη, τη γενέτειρά μου, ένα ταξίδι με έντονη συναισθηματική φόρτιση, και την ανασύσταση της εποχής, στην οποία θέλω να αναφερθώ, τη θεωρώ πέρα από κάθε δυσκολία, συγγραφικό καθήκον αλλά και στοίχημα με τον εαυτό μου, που επιθυμώ να κερδίσω. Η ανασύνθεση του παρελθόντος της Πόλης, ενός τόπου με ειδικό βάρος, δεν αφορά μόνο περιγραφές τοπίων, κτιρίων, μνημείων, αφορά κυρίως τη σκιαγράφηση αυτού του πληθωρικού κόσμου, μέσω της αφήγησης, των διαλόγων και των ιστοριών που συνυφαίνονται πλέκοντας τη μυθοπλασία.

Αξιοσημείωτες είναι οι περιγραφές της Κωνσταντινούπολης στο βιβλίο σας. Είναι αποτέλεσμα της προσωπικής σας οικειότητας με τον χώρο ή από έρευνα που ενδεχομένως κάνατε για τη συγγραφή του βιβλίου;                                                             

Θα έλεγα πως είναι ο συνδυασμός των δύο. Πρωταρχικό όμως ρόλο θεωρώ πως έπαιξε η καταγωγή μου από την Κωνσταντινούπολη, καθώς και η ιδιαίτερη σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ μας τα χρόνια της συγγραφής των βιβλίων μου, στα οποία εκείνη υπήρξε πρωταγωνίστρια. Στην ανάπλαση όλου αυτού του κόσμου συντέλεσε και η συναισθηματική φόρτιση που μου προκαλούσε η κάθε αναφορά σε χωριά, σε γιορτές, σε γεγονότα που έμεναν χαραγμένα στο βάθος του μυαλού μου από μνήμες καταγεγραμμένες, ελάχιστα δικές μου και περισσότερο των γονιών μου. Κάποιος με παρόμοιες επιρροές πιστεύω πως διαφορετικά και πιο διεισδυτικά αντιλαμβάνεται και μπορεί να επικοινωνήσει την ατμόσφαιρα που δημιουργούσε ο Ρωμιός μέσα σ’ εκείνο το πολυφυλετικό και πολυεθνικό τοπίο, από κάποιον που απλά τη μελέτησε στις πηγές.

Έχετε μεγαλώσει στην Αθήνα. Υπάρχει στο μυαλό σας πώς θα είχε εξελιχθεί η ζωή σας αν είχατε μεγαλώσει στην Κωνσταντινούπολη;

Αυτό είναι αλήθεια πως ποτέ δεν πέρασε σαν σκέψη από το μυαλό μου. Τα χρόνια της δικής μου ενηλικίωσης, μέσα σ’ αυτόν τον 20ό αιώνα των εθνικισμών και της βίας, η εικόνα της Πόλης δεν είχε καμία σχέση με εκείνη την ειδυλλιακή που περιγράφεται στα μυθιστορήματα. Από τους Χριστιανούς και τις άλλες μειονότητες του τότε που λάμπουν με την απουσία τους, το μόνο που έχει απομείνει είναι η αρχιτεκτονική τους κληρονομιά στις ιστορικές γειτονιές. Όχι, σ’ αυτή την Πόλη δεν θα επιθυμούσα να έχω παραμείνει. Θα ήθελα απλά να έχω ένα σπίτι στον Βόσπορο για να περνώ κάποιο διάστημα παρακολουθώντας το ανεβοκατέβασμα των βαποριών. Είμαι ευγνώμων που μεγάλωσα στην Ελλάδα κι έχτισα πατώντας πάνω στις ρίζες μου την προσωπικότητά μου. «Η Ελλάδα είναι η πατρίδα μου και η Κωνσταντινούπολη ο τόπος μου» όπως πολύ εύστοχα άκουσα έναν συμπατριώτη μου να λέει.

Πώς βλέπετε το ελληνικό στοιχείο που παραμένει εκεί προσπαθώντας να διατηρήσει τον ελληνισμό στην καρδιά της Τουρκίας;

Οι ελάχιστοι –τρεις χιλιάδες περίπου– εναπομείναντες Ρωμιοί στην Πόλη, απτόητοι και κόντρα στις δυσκολίες επιβιώνουν στις προγονικές εστίες τους κάνοντας έναν τιτάνιο αγώνα  να κρατήσουν την παρουσία του ελληνισμού ζωντανή  μέσα σε μια Κωνσταντινούπολη δεκαπέντε εκατομμυρίων κατοίκων. Αξίζουν τον σεβασμό μας.

Θα μας μιλήσετε για τα επόμενα σχέδιά σας; Έχετε αρχίσει να γράφετε την επόμενη ιστορία σας;                                                                                                                               

Αυτή την περίοδο δεν υπάρχουν σχέδια για την επόμενη ιστορία μου. Υπάρχουν ιδέες που όμως απέχουν πολύ από το να συνθέσουν ένα μυθιστόρημα. Η βιασύνη δεν ωφελεί κανέναν συγγραφέα κι εγώ δεν βιάζομαι.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΛΗΡΩΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2024 [ update 28/1/24]*

ΚΛΗΡΩΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ MAΡΤΙΟΣ 2024 [ update 18/3/24]*

KΛΗΡΩΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ [update 30/5/24 ]*

Γιορτινή Κλήρωση Βιβλίου σε FB & INSTAGRAM [update 18/12/24]*

H MEΓΑΛΗ ΓΙΟΡΤΙΝΗ ΜΑΣ ΚΛΗΡΩΣΗ/ GIVEAWAY ΣΕ FB & INSTAGRAM [update 5/1/24]*

KΛΗΡΩΣΗ ΙΟΥΛΙΟΥ

«Αμνησία» - Federico Axat - Eκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

«ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» - ΧΟΥΑΝ ΧΟΣΕ ΜΙΓΙΑΣ- ΨΥΧΟΓΙΟΣ

OI AΔΕΛΦΕΣ CHANEL, Judithe Little Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Η ΚΑΡΟΛΙΝΑ ΜΕΡΜΗΓΚΑ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΗ ΒΙΡΓΙΝΙΑ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ