ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΝΑΤΑΣΑΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
Παρακολούθησε
σεμινάρια δημοσίων σχέσεων και μάρκετινγκ, καθώς και το πρόγραμμα σπουδών
Element of Theatre and Dramatic Literature, στο Ohio State University.
Αργότερα, απέκτησε Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης στη Θεατρική Αγωγή από το
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Συνεργάστηκε με έγκριτα περιοδικά.
Kείμενά της φιλοξενούνται σε αξιόλογους λογοτεχνικούς ιστότοπους, με συμμετοχή
σε λογοτεχνικά projects, στα αγγλικά, καθώς και στο προσωπικό της blog:
soufrazeta.wordpress.com. Είναι πολύ περήφανη για τις βραβεύσεις της, συνολικά
έντεκα στον αριθμό αλλά ξεχωρίζει την πρώτη της, τον Α΄ έπαινο εφηβικού βιβλίου
Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς για το μυθιστόρημα «Το καλοκαίρι στον φάρο»,
την επόμενη για το Α΄ βραβείο θεατρικού μονολόγου του ομίλου για την Unesco
Τεχνών, Λόγου κι Επιστημών Ελλάδας για «Το μπλουζ της Κυριακής», καθώς και την
πιο πρόσφατη για το Γ΄ βραβείο στον 25ο Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό Ποίησης
«Κούρος Ευρωπού», υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για
την ποιητική της συλλογή «Αντικείμενα». Μεγάλες της αγάπες το θέατρο, η
μουσική, η θάλασσα, τα ζώα, τα ταξίδια και, φυσικά η μεγαλύτερη, η κόρη της.
Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Αντιρευματικού Αγώνα (ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α.) και του
National Association of Care & Support Workers (NACAS) και διοικητικό μέλος
του Strong me, που μάχεται για την καταπολέμηση τα έμφυλης βίας. Στο
ενεργητικό της έχει πέντε βιβλία καθώς και συμμετοχές σε τέσσερα συλλογικά
έργα.
Στις 23
Φεβρουαρίου, κυκλοφόρησε και πάλι από τις Εκδόσεις Ψυχογιός το νέο της έργο με
τίτλο ΜΙΡΑΜΠΕΛ, και αυτό ήταν η αφορμή για την συνέντευξη που πρόθυμα η
συγγραφέας και πάλι μας παραχώρησε.
1)
κα
Καραμανλή, μιλήστε μας για το ταξίδι της Μίραμπελ που μόλις κυκλοφόρησε από τις
Εκδόσεις Ψυχογιός. Πώς διαμορφώθηκε η σκέψη αυτή στο μυαλό σας και τι
συναισθήματα σας δημιουργήθηκαν όταν είδατε πλέον τη σκέψη σας αυτή να έχει
μεταμορφωθεί σε ένα καλλιτεχνικό αντικείμενο, όπως είναι το έντυπο βιβλίο;
Ήταν ένα δύσκολο ταξίδι, αλλά αυτό το γνώριζα εξ’ αρχής. Είναι αδύνατον
να μιλήσεις για το Ολοκαύτωμα, έστω και επιδερμικά, δίχως να αισθανθείς έναν
κόμπο στο στομάχι, ένα χνούδι στον λαιμό σου, ένα δάκρυ στην άκρη του ματιού
σου. Μεγάλη η πρόκληση, όσο κι η δοκιμασία. Ωστόσο η σκέψη προϋπήρχε εδώ και
χρόνια. ήταν επιθυμία μου να αναφερθώ σε μια ιστορία που θα εστίαζε όχι μόνο
στο συγκεκριμένο θέμα, αλλά και στην ιστορία των Εβραίων της πόλης μου. Η ιδέα
της Μίραμπελ, απλά κατέστησε πιο εύκολη τη διαδικασία, ώστε να καταθέσω εκείνα
που επιθυμούσα. Το συναίσθημα περισσεύει κάθε φορά που αντικρίζω τυπωμένες τις
σκέψεις μου. Το γεγονός πως η Μίραμπελ ξεκίνησε ήδη το ταξίδι της είναι κάτι
που με πλημμυρίζει χαρά και ευδαιμονία.
2)
Είναι
το νέο σας μυθιστόρημα ένα βιβλίο κυρίως για την ανθρωπιά και την ανάγκη να
επικρατήσει στις ανθρώπινες κοινωνίες;
Θα μπορούσε να είναι μια κραυγή ενάντια στον πόλεμο και σε ό,τι αυτός
συνεπάγεται. Στην αναίτια βία. Στην αποξένωση. Στον ρατσισμό. Η παρουσία της
Μίραμπελ προσφέρει ένα αίσθημα ζεστασιάς μέσα στην αβεβαιότητα και την
απανθρωπιά του πολέμου. Την ελπίδα πως δεν έχουν χαθεί όλα. Αντιπροσωπεύει την
εσωτερική μας φωνή, αλλά και την ανάγκη για ανθρωπιά και ενσυναίσθηση. Κι είναι
κοφτερή, επειδή προέρχεται από ένα άψυχο, παιδικό παιχνίδι. Αυτή η αντίθεση
θεωρώ πως αποδίδει στη Μίραμπελ μια δυναμική παρόμοια με τη συνείδησή μας. Αν
είχε τη δυνατότητα να μας μιλήσει, πόσα, αλήθεια, θα κάναμε διαφορετικά;
3)
Μέσα
από τα μάτια της Μίραμπελ βλέπουμε πόσο αλλάζει ο άνθρωπος όταν αντικρίσει τον
θάνατο και μάλιστα τη βιαιότητα παράλογων μαζικών θανάτων. Πιστεύετε ότι η
ανθρωπότητα έχει πάρει τελικά το μάθημά της ύστερα από την εμπειρία των
στρατοπέδων συγκέντρωσης;
Θα ήθελα να πιστεύω ότι όλοι μας έχουμε διδαχθεί από αυτό. Δυστυχώς,
όμως, τα στοιχεία άλλα δείχνουν. Ο άνθρωπος γίνεται ολοένα και πιο βίαιος, οι
προκλήσεις κι οι επιθέσεις έναντι συγκεκριμένων εθνικοτήτων δεν έχουν πάψει,
απλά άλλαξαν ή αν θέλετε, διεύρυναν τους στόχους τους και γενικώς επικρατεί μια
τάση για τα άκρα. Από τη μια στο πολιτικό σκηνικό της Ευρώπης παρατηρείται η
άνοδος της ακροδεξιάς κι από την άλλη έχουμε τους φονταμενταλιστές. Ο κόσμος
διαιρείται και διχάζεται κι οι αιτίες είναι πολλές και πολυεπίπεδες. Μια
πολιτική στάση απέναντι στον ολοκληρωτισμό εκείνης της εποχής με τις ιδιαίτερες
μορφές του, δυστυχώς και σήμερα ασκεί ακόμη μια νοσηρή έλξη ιδιαίτερα στους
νέους κι αυτό είναι το πιο ανησυχητικό φαινόμενο, κατά την άποψή μου. Η φράση του
Πρίμο Λέβι, που επιβίωσε από το Άουσβιτς, είναι χαρακτηριστική και συνάδει όχι
απλά με την εποχή του ΒΠΠ αλλά, δυστυχώς και με τη σημερινή: «Τα τέρατα
υπάρχουν, αλλά είναι λίγα για να είναι επικίνδυνα. Οι πιο επικίνδυνοι είναι οι
απλοί υπάλληλοι, πρόθυμοι να πιστέψουν και να δράσουν χωρίς να ρωτήσουν
τίποτα».
4)
Ποιο
σημείο του βιβλίου σας δυσκόλεψε περισσότερο ως συγγραφέα κατά τη διάρκεια της
συγγραφής του;
To τελευταίο, το πέμπτο μέρος του, ουσιαστικά το σημείο όπου αρχίζει
και κλείνει ο κύκλος της ιστορίας του. Εκεί οι ήρωες φτάνουν σε ένα σημείο
καμπής. Η πιο δύσκολη απόφαση είναι μπροστά τους και χρειάζεται να τη
διαχειριστούν με μεγάλη σύνεση και με ισχυρό αίσθημα δικαιοσύνης. Τι θα
αποφασίσουν, τελικά, και με ποιο κόστος;
5)
Ποιον
ήρωα νιώσατε περισσότερο κοντά σας και εν τέλει τον αγαπήσατε περισσότερο;
Σαφώς, τη Μίραμπελ, η οποία υπήρξε το έναυσμα για να πλαστούν κάποιες
παράλληλες, ιδιαίτερες ιστορίες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζω αυτήν της Σωσάννας, της
νεαρής Εβραιοπούλας με τον συγκλονιστικό κύκλο ζωής και την απύθμενη δύναμη και
της μικρής Άννας. Οι αιτίες για τις οποίες αυτές οι δυο μορφές ανήκουν στις
αγαπημένες μου, είναι κάτι που γίνεται αντιληπτό στον αναγνώστη αφού διαβάσει
το βιβλίο.
6)
Μπορεί
η αγάπη να «μπαλώσει τις τρύπες των ανθρώπων»;
Μπορεί, ναι. Το πιστεύω αυτό. Ίσως παροδικά κάποιες φορές, άλλες πάλι,
ως το τέλος όλων των πραγμάτων. Η αγάπη είναι μια ανάταση ψυχής και ταυτόχρονα
κι η ανάστασή της. Τίποτα δεν ανθίζει δίχως αγάπη και τίποτα δεν μεγαλουργεί
όταν είναι απούσα.
7)
Στο
παρελθόν, όπως μας έχετε πει, έχετε καταπιαστεί με διάφορα λογοτεχνικά είδη.
Έχετε ασχοληθεί με τρόμου, θεατρικό, ποίηση, ακόμα και Η Βαριάντα είναι
ένα βιβλίο crime και μυστηρίου με έντονα κοινωνικά στοιχεία. Η
Μίραμπελ είναι ένα ιστορικό-κοινωνικό έργο. Τελικά, ποιο είδος είναι αυτό που
σας αρέσει περισσότερο. Αν χρειαζόταν να επιλέξετε ποιο θα επιλέγατε και γιατί.
Επιλέγω με γνώμονα τις δικές μου αναγνωστικές επιθυμίες. Η Βαριάντα
εμπίπτει στο λογοτεχνικό είδος που διαλέγω ως αναγνώστης, το ίδιο και η
Μίραμπελ. Δεν θέτω όρια, ούτε προεπιλέγω αυστηρά σε ποια κατηγορία θα
εντάσσεται αυτό που θα γράψω. Η γραφή είναι το όχημα για ένα διαφορετικό
ταξίδι κάθε φορά και κατ’ εμέ δεν μπαίνει σε καλούπια. Εξάλλου, πιστεύω πως ο
συγγραφέας οφείλει να δοκιμάζει καινούριες νόρμες και στυλ κι όχι να
εγκλωβίζεται σε στεγανά. Η ίδια ιδέα μπορεί να πυροδοτήσει κάλλιστα ένα
αστυνομικό μυθιστόρημα ή μια ιστορία τρόμου, ακόμη κι ένα παραμύθι. Η διαφορά
έγκειται στους ίδιους τους ήρωες, στη διαχείρισή τους, αλλά και στην
ψυχοσύνθεσή μου τη δεδομένη χρονική στιγμή.
8)
Στο
βιβλίο σας το ιστορικό στοιχείο είναι έντονο. Εμφανής και η έρευνα που
προηγήθηκε για να το ολοκληρώσετε. Πόσο χρόνο ασχοληθήκατε με τη συγγραφή του;
Η μνήμη για ένα τέτοιο γεγονός όχι μόνο δεν περισσεύει, αλλά δεν
είναι ποτέ αρκετή. Τα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας αναφορικά με την εποχή
είναι τόσο δύσπεπτα, τόσο ακατανόητα, είναι ασύλληπτα· ξεπερνούν ακόμη και την
πιο νοσηρή φαντασία. Κι είναι όλα υπερβολικά, τα πάντα στον μέγιστο βαθμό. Γι’
αυτό τον λόγο προσπάθησα να είμαι όσο πιο ακριβής μπορούσα, πιστή στις ιστορίες
που έχουν περάσει στο πάνθεον της γνώσης μας για τον ΒΠΠ και τις φρικαλεότητές
του. Θέλησα να μεταφέρω το κλίμα, την αίσθηση, τον φόβο, ακόμη και την
χαρακτηριστική μυρωδιά των συγκεκριμένων ιστορικών, τραγικών συμβάντων.
Χρειάστηκαν αρκετές ώρες μελέτης-έρευνας γι’ αυτό. Συνολικά ή έρευνα
κράτησε πέντε μήνες και η διαδικασία για την ολοκλήρωση της συγγραφής της
Μίραμπελ κράτησε περίπου δέκα μήνες.
9)
Θα μας
πείτε δυο λόγια για τον τίτλο του βιβλίου; Πώς φτάσατε στην επιλογή του;
Σχεδόν καρμική, θα την έλεγα την συγκυρία. Στα πλαίσια της έρευνας
χρειάστηκε να ανατρέξω σε μεγάλο όγκο υλικού, βιβλία, ταινίες, ντοκιμαντέρ κλπ.
Τότε ακόμη δεν είχε δημιουργηθεί η σκέψη της κούκλας ως κεντρικής ηρωίδας για
το βιβλίο. Γνώριζα για ποιο θέμα ήθελα να μιλήσω, αλλά όχι με ποιον τρόπο. Και
τότε σε μία από τις ταινίες που παρακολουθούσα, άκουσα το όνομα Μίραμπελ. Αυτό
ήταν! Ερωτεύτηκα τον ήχο του, ήταν τόσο μελωδικό, τόσο αρμονικό, σαν ένα μικρό
ποίημα στα χείλη, που δεν μπορούσε παρά να ανήκει σε μια κούκλα. Ψάχνοντας
περισσότερα για το όνομα Μίραμπελ (Mirabel), έμαθα πως προέρχεται από τη
λατινική λέξη mirabilis, που σημαίνει “θαυμάσιο” και χρησιμοποιήθηκε ως
αρσενικό και θηλυκό όνομα κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Δεν χρειαζόμουν
παραπάνω στοιχεία, μια και στο μυαλό μου είχε ήδη χτιστεί η εικόνα της. Κάτι
θαυμάσιο, κάτι όμορφο, κάτι τρυφερό, αλλά συνάμα και δυναμικό! Έτσι γεννήθηκε η
Μίραμπελ!
10)
Κλείνοντας,
αφού σας ευχαριστήσουμε, θα θέλατε να μας πείτε εσείς κάτι για το νέο σας
βιβλίο και τα μελλοντικά συγγραφικά σας σχέδια;
Αγάπησα πολύ τη Μίραμπελ και τη διαδικασία της «ανθρωποποίησης» της.
Μαζί της είχα την ευκαιρία να κάνω μια αναδρομή στα παιδικά μου χρόνια, να
ξαναζήσω κάποιες από τις στιγμές συνενοχής που περνούσα με τις δικές μου
κούκλες και να αντικρίσω τον κόσμο γύρω μου με το δικό τους αθώο, μα γυάλινο,
βλέμμα. Θεωρώ πως στην εποχή μας ασχολούμαστε περισσότερο με τους
προβληματισμούς κι όχι με τη ρίζα, με το ίδιο το πρόβλημα αυτό καθαυτό. Ίσως
αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που δεν καταφέρνουμε να λύσουμε τα όποια
«θέματά» μας και καταλήγουμε να μεμψιμοιρούμε συνεχώς. Η Μίραμπελ κοιτάζει την
ψυχή των ανθρώπων, έχει την ικανότητα να εντοπίζει και να εστιάζει στο πρόβλημα
κι όχι στους προβληματισμούς.
Αναφορικά με τα μελλοντικά μου συγγραφικά σχέδια, στόχος μου είναι να
καταφέρω να ολοκληρώσω το τρίτο μου μυθιστόρημα. Προσώρας, η σκέψη μου κινείται
ανάμεσα σε δυο διαφορετικές θεματικές, εντελώς ανόμοιες μεταξύ τους κι ακόμη
δεν είμαι σε θέση να σας πως με βεβαιότητα ποια θα βγει νικήτρια, συνεπώς ούτε
τι θα πραγματεύεται το επόμενό μου βιβλίο. Ευελπιστώ, πάντως να είναι έτοιμο ως
το φθινόπωρο, ώστε να πάρει τον δρόμο του προς την έκδοση.
Σας ευχαριστώ πολύ για τη θερμή φιλοξενία κι εύχομαι πάντα ανοδική
πορεία κι επιτυχίες.
Με λένε Μίραμπελ. Είμαι μια κούκλα. Όχι σαν τις
άλλες· ασυνήθιστη. Πήρα μορφή σε ένα εργοστάσιο στη Γερμανία, σε μια βάναυση
εποχή. Ολόγυρα πόλεμος, μπαρούτι και μίσος. Δε θα έπρεπε να νιώθω, δεν πλάστηκα
για να αισθάνομαι, αλλά για να γαληνεύω ψυχές. Να γίνομαι κουβέρτα και χαλί να
στρώνουν τα μικρά κορίτσια τις εύθραυστες λέξεις τους.
Αν μπορούσα να κλάψω, θα το έκανα με μανία. Μα οι
κούκλες δεν κλαίνε. Δε βουρκώνουν. Από τα γυάλινα μάτια τους στάζει μονάχα μια
στάλα ελπίδας, η ιστορία κάποιου ξεφτισμένου παρελθόντος κι ένα απόθεμα αγάπης
που θα μπορούσε να είναι παντοτινό. Αλλά στο ανθρώπινο είδος τίποτα δεν μπορεί
να κρατήσει για πάντα. Απολύτως τίποτα. Είμαι πλέον πεπεισμένη γι’ αυτό. Η
διαπίστωση αυτή με θλίβει, αλλά αναγνωρίζω τη δυναμική της. Είναι άμυνα.
Αναρωτιέμαι αν κατάφερα να μπαλώσω τις τρύπες των
ανθρώπων. Μέτρησα σώματα, χέρια, μάτια, ηλικίες, χαμόγελα, δάκρυα, ανάσες και
βιώματα. Κατοίκησα σε αποθήκη παιχνιδιών, σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, σε
βιβλιοπωλείο, σε σπίτια. Αντίκρισα πολλούς θανάτους – με κάθε πιθανό κι απίθανο
τρόπο.
Γιατί οι άνθρωποι πνίγουν με τα ίδια χέρια που
αγκαλιάζουν; Γιατί;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου