«Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές» Τέσυ Μπάιλα – Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Κυκλοφόρησε πριν από το περίφημο Λέγε με Ισμαήλ και συγκεκριμένα
το 2019, αλλά παραμένει πάντα ένα πολύ αξιόλογο μυθιστόρημα που αγγίζει το
αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται για το Τις
νύχτες έπαιζε με τις σκιές, το έκτο μυθιστόρημα της Τέσυ Μπάιλα, το οποίο κυκλοφορεί, όπως
άλλωστε και τα περισσότερα έργα της, από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.
[…Ο χρόνος συνεχίζει χωρίς εμάς. Έρχεται μια μέρα και ενώ όλα παραμένουν
ολόιδια εμείς δεν υπάρχουμε. Κανείς δεν μπορεί να μας δει να διαβαίνουμε τους
γνώριμους τόπους, ούτε να ακούσει τη φωνή μας. Μετατρεπόμαστε σιγά σιγά σε σκιά
μιας ομίχλης κι η ομίχλη σκεπάζει, σβήνει ό,τι, έως εκείνη τη στιγμή, άγγιζε
τον κόσμο με τη μορφή μας … Όλα είναι ίδια όπως και τότε κι όμως διαφορετικά.
Κουβαλούν επάνω τους τα σημάδια της αδιαφορίας. Το ίδιο συμβαίνει και σε εμάς.
Ο χρόνος χάνεται. Γίνεται ένας ανάλαφρος ίσκιος και περνά κι εμείς μένουμε
περιφερόμενες σκιές όσων υπήρξαμε…]
Ένα βιβλίο που, εκτός από την γνωστή λογοτεχνική γραφή της συγγραφέα εμπεριέχει
εξαιρετικά σκιαγραφημένους ήρωες, ενταγμένους στο ιστορικό πλαίσιο που
οριοθετείται από το 1895 μέχρι και το 1970 και εκτυλίσσεται στην Κρήτη, τα
ταραγμένα χρόνια πριν από την ένωσή της με την Ελλάδα, με τη μεγάλη σφαγή που
έγινε στις 25 Αυγούστου του 1898 και διαπερνά τα γεγονότα της ένωσης, τους
Παγκοσμίους πολέμους που συντάραξαν τον εικοστό αιώνα, τη ζωή στην πρωτεύουσα
και τον Πειραιά, για να καταλήξει και πάλι στην Κρήτη του 1970 και να
ολοκληρωθεί ένας κύκλος ζωής που σημάδεψε παράλληλα και την ανθρωπογεωγραφία
μιας ολόκληρης εποχής.
Η συγγραφέας περιγράφει με ρεαλισμό
σκηνές απαράμιλλης αισθητικής, ολοζώντανες εικόνες που ενίοτε εντάσσονται στον
νατουραλισμό και ζωντανεύει τόσο την εποχή όσο και τις πιο λεπταίσθητες
διακυμάνσεις της φύσης των κεντρικών ηρώων.
Με μια φιλοσοφική διάθεση η Τέσυ Μπάιλα αναδεικνύει μέσα από τις ζωές
των ηρώων της, όλα αυτά με τα οποία έρχεται αντιμέτωπος ο άνθρωπος κατά το
διάβα της ζωής του. Χαρές, λύπες, φιλία, έρωτας, πόλεμος και τέλος ο θάνατος.
Κυρίως όμως αναμετράται με εμβρίθεια με τις στιγμές εκείνες που αλλάζουν τον
άνθρωπο και τον οδηγούν στην αυτογνωσία, διεκδικώντας την προσωπική του
αυτοδιάθεση και τον προσωπικό του αυτοπροσδιορισμό.
Ένας μυστηριώδης επισκέπτης ανοίγει την πόρτα ενός εγκαταλελειμμένου και
απομονωμένου σπιτιού σε μια παραλία λίγο έξω από το Ηράκλειο της Κρήτης. Περιφέρεται
στις αναμνήσεις που κρύβονται σε κάθε του γωνιά, ξαπλώνει στο σκονισμένο
κρεβάτι και οι θύμησες ξυπνούν, γίνονται αδήριτη ανάγκη για εκείνον να
ανακαλύψει τα αίτια και τα αιτιατά των σχέσεών τους, εφορμούν και συνθλίβουν
την ψυχή του με τις αλήθειες που αποκαλύπτουν. Αυτές που θα καταγράψει σε ένα
παλιό τετράδιο για να μην ξεχαστούν ξετυλίγοντας ένα κουβάρι αναμνήσεων,
αληθειών, κρυμμένων μυστικών του παρελθόντος.
Η αφήγηση επιστρέφει στο 1898. Τότε που το σπίτι έσφυζε από ζωή. Ήταν
λίγο πριν την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Τότε που γεννήθηκε ο Ανέστης,
χάνοντας την μητέρα του στη γέννα. Ένα παιδί που μεγαλώνει βιώνοντας την
απώλεια της μάνας και την απόρριψη-απαξίωση του βίαιου πατέρα του. Ο φόβος
ριζώνει στο σπίτι και στην ψυχή του μικρού Ανέστη. Και βρίσκει διέξοδο. Ο
μικρός Ανέστης αρχίζει να παίζει με τις σκιές που δημιουργεί το φως του
φεγγαριού στο δωμάτιό του. Κι αργότερα, με την βοήθεια του παππού Λεωνίδα
μαθαίνει να τις φτιάχνει με τις μπογιές του, να τις χρωματίζει και να τις
αποτυπώνει στο χαρτί και στον καμβά του. Η ζωγραφική γι’ αυτόν αποτελεί την
μοναδική οδό διαφυγής από μια πραγματικότητα πνιγηρά οδυνηρή. Μέσω αυτής
εκφράζει ό,τι φοβάται να εξωτερικεύσει. Όσα βλέπουν τα μάτια και τα μάτια της
ψυχής του. Σε αυτό εστιάζει και η Τέσυ Μπάιλα. Στο πώς ο ανθρώπινος νους
βρίσκει διεξόδους για να ξεφύγει από το σκληρό πρόσωπο της ζωής.
Αυτή την οδό θα αποφασίσει να ακολουθήσει ο Ανέστης και θα φύγει κρυφά
ένα βράδυ από το σπίτι του. Για να γλυτώσει από τον πατέρα του, για να
αξιοποιήσει το ταλέντο του στη ζωγραφική. Έτσι, ο νεαρός Ανέστης θα βρεθεί στο
λιμάνι, έτοιμος για το ταξίδι που θα αλλάξει την ζωή του, όμως χωρίς χρήματα,
χωρίς αποσκευές. Και είναι ξεχωριστός ο τρόπος που η συγγραφέας αποτυπώνει τον
ανθρωπισμό και την αγνότητα των περισσοτέρων ανθρώπων της εποχής εκείνης.
Άνθρωποι φτωχοί, φιλότιμοι ωστόσο και συντρέχτες που βοηθούν χωρίς να
προσβάλλουν, όπως ο σαλεπιτζής στο λιμάνι, που στον πεινασμένο Ανέστη, προσφέρει
λίγο σαλέπι και κουλούρι. Αλλά και η γραφική κυρία Ευτέρπη, η οποία ανοίγει τις
φτερούγες της και αγκαλιάζει τον Ανέστη και τον φίλο του, προσφέροντάς τους
στέγη και φαγητό όταν φτάνουν στην Αθήνα.
Και φτάνουμε στο μεγάλο κεφάλαιο αυτού του έργου, τον ύμνο στη φιλία.
Στην συνάντηση του Ανέστη με τον Μικέλε. Το μόνο κοινό των δύο φίλων είναι η
απουσία της μητέρας από τις ζωές τους. Διαφορετικοί εκ φύσεως ο εσωστρεφής και
μοναχικός Ανέστης και ο εξωστρεφής και κοινωνικός Μικέλε. Ο Μικέλε που θέλει να
χαρεί τη ζωή, τον έρωτα, την ευτυχία και προσπαθεί να βγάλει από το καβούκι
του, να «ξεκλειδώσει» τον Ανέστη και να τον παρασύρει στον τρελό χορό της ζωής.
Ένας ήρωας βγαλμένος κυριολεκτικά μέσα από τον Ζορμπά του Καζαντζάκη ή τον Λούη
του Μουρσελά. Δύο διαφορετικοί κόσμοι
που όμως αλληλοσυμπληρώνοντααι και αλληλοπροστατεύονται, ακόμα και με τον πιο
παράφορο και οδυνηρό τρόπο.
Κι ανάμεσά τους η Ισιδώρα, η
γυναίκα που θα ξεκλειδώσει την ευαισθησία τους με τις σιωπές και τις ανάσες της
και η Μυρσίνη που η σιωπή της θα επουλώσει τα τραύματά της.
Ο πόλεμος θα σταματήσει τα φιλόδοξα σχέδιά τους και οι δυο φίλοι, μαζί,
στον ίδιο λόχο, θα βρεθούν στα χαρακώματα και θα βιώσουν την φρίκη του πολέμου.
Μαζί στα εύκολα. Μαζί και στα δύσκολα. Θα τηρηθεί ο όρκος τους; Ένας όρκος που
θα επιδράσει στις ζωές τους με διαφορετικό τρόπο. Πώς άραγε; Πώς θα αντέξουν
μέσα στην δίνη του πολέμου;
Εκεί, στα χαρακώματα, ο Ανέστης
ζωγραφίζει την φρίκη του πολέμου. Κορυφαία σκηνή το αναπόδραστο τέλος που θα
αποτυπώσει ο Ανέστης σε ένα έργο που θα αφήσει άναυδους τους κριτικούς τέχνης,
όταν κάποτε φτάσει στα χέρια τους. Το μυστικό που κρύβεται στα χρώματά του θα
το κρατήσει για πάντα μέσα του ο Ανέστης. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ το υλικό που
χρησιμοποίησε για να ζωγραφίσει τη φωτιά του πολέμου, τη φωτιά που έκαιγε για
πάντα μέσα στην ψυχή του.
Μόνο στο τέλος του βιβλίου θα αποκαλυφθεί στον αναγνώστη τι έκρυβε μέσα
στην ψυχή του ο Ανέστης, πώς δημιουργήθηκε αυτός ο σπουδαίος ζωγράφος σε μια
εποχή που η τέχνη δεν είχε καμιά σημασία αλλά και ποιος είναι ο μυστηριώδης
επισκέπτης του ερειπωμένου σπιτιού που ανακαλύπτει ύστερα από τόσα χρόνια την
ιστορία του.
Η συγγραφέας υπογράφει ένα βιβλίο
άρτιο αισθητικά, γλωσσικά, ιδεολογικά που κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη από
την πρώτη στιγμή και τον αποζημιώνει καθώς η αφηγηματική ένταση κορυφώνεται,
για να αναδείξει τις αξίες της ζωής, τη φιλία, την αδελφοσύνη, τον ανθρωπισμό, την ειρήνη,
αλλά και την τέχνη, τη μοναχικότητα, την ελπίδα, τον πόνο της ψυχής, την
απώλεια του πολέμου και την ανάγκη να βρει κανείς τον προσωπικό του μονοπάτι ζωής.
Ένα βιβλίο κόσμημα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου